Αναβλητικότητα: Αίτια και Αντιμετώπιση

Η αναβλητικότητα είναι η τάση να αναβάλλουμε σκόπιμα σημαντικές ενέργειες, παρότι γνωρίζουμε ότι η καθυστέρηση μπορεί να μας βλάψει. Δεν πρόκειται απλώς για κακή διαχείριση χρόνου ή ένδειξη τεμπελιάς – αντιθέτως, αποτελεί ένα πολύπλοκο φαινόμενο αυτορρύθμισης με βαθύτερες ψυχολογικές ρίζες​

smartcns.gr

. Έρευνες δείχνουν ότι η χρόνια αναβλητικότητα συνδέεται με υψηλότερο στρες, χαμηλότερη ευημερία και άλλες αρνητικές συνέπειες στην καθημερινή ζωή​

psychologicalscience.org. Παρακάτω αναλύονται οι συναισθηματικοί και γνωστικοί παράγοντες που την προκαλούν, ενώ εξετάζεται αν η αναβλητικότητα ισοδυναμεί με τεμπελιά ή αν υποκρύπτει πιο σύνθετους μηχανισμούς. Τέλος, παρουσιάζονται πρακτικές στρατηγικές αντιμετώπισης, βασισμένες σε επιστημονικά δεδομένα, ώστε ο αναγνώστης να μπορέσει να σπάσει τον φαύλο κύκλο της αναβλητικότητας.

Συναισθηματικές αιτίες της αναβλητικότητας

Πολλοί ειδικοί συμφωνούν ότι συναισθηματικοί παράγοντες βρίσκονται στον πυρήνα της αναβλητικότητας. Σύγχρονες ψυχολογικές μελέτες την περιγράφουν ως μια αποτυχία αυτορρύθμισης, όπου η αδυναμία διαχείρισης των αρνητικών συναισθημάτων αποτελεί θεμελιώδη αιτία του προβλήματος​

psychologicalscience.org

. Με άλλα λόγια, όταν μια εργασία μας προκαλεί άγχος, φόβο ή βαρεμάρα, τείνουμε να την αναβάλουμε για να αποφύγουμε προσωρινά αυτά τα δυσάρεστα συναισθήματα.

Έρευνα με φοιτητές, για παράδειγμα, έδειξε ότι συχνά αναβάλλουν στρεσογόνες ή δυσάρεστες εργασίες και αντί για αυτές επιδίδονται σε πιο ευχάριστες δραστηριότητες​

cognitiontoday.com

. Αυτή η αναβολή προσφέρει μια στιγμιαία ανακούφιση ή απόλαυση, λειτουργώντας ως τρόπος ρύθμισης της διάθεσης. Ωστόσο, το τίμημα είναι ότι συνοδεύεται από αισθήματα ενοχής και ανησυχίας για την εκκρεμότητα που αφήνουν πίσω​

psychologicalscience.org. Αυτό δείχνει ότι οι αναβλητικοί δεν είναι αδιάφοροι ή “τεμπέληδες” – αντιθέτως, βιώνουν σύγκρουση: γνωρίζουν ότι καθυστερούν εις βάρος τους, αλλά πασχίζουν να ξεπεράσουν την άμεση συναισθηματική δυσφορία που τους προκαλεί το έργο​

psychologicalscience.org.

Συνήθεις συναισθηματικές ρίζες της αναβλητικότητας περιλαμβάνουν:

  • Φόβο αποτυχίας: Όταν κάποιος φοβάται ότι δεν θα τα καταφέρει, μπορεί να αποφεύγει να ξεκινήσει μια εργασία ώστε να μη βρεθεί αντιμέτωπος με ενδεχόμενη αποτυχία. Ο φόβος αυτός μπορεί να είναι υποσυνείδητος και παραλυτικός, κάνοντας την αναβολή να φαίνεται ασφαλέστερη επιλογή​ protothema.gr. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι ο έντονος φόβος αποτυχίας οδηγεί το άτομο να πιστεύει πως ένα μεμονωμένο λάθος σημαίνει συνολική ανεπάρκεια – αντίληψη που ενισχύει την αναβλητικότητα, ιδιαίτερα σε άτομα με τάση τελειοθηρίας ​protothema.gr.
  • Τελειομανία: Η εμμονή με το τέλειο αποτέλεσμα συχνά οδηγεί σε παράλυση. Οι τελειομανείς φοβούνται τόσο τη παραμικρή ατέλεια που προτιμούν να μην ξεκινήσουν ποτέ, παρά να ρισκάρουν μια “ατελή” προσπάθεια​ smartcns.gr. Η ειρωνεία είναι ότι έτσι επιβεβαιώνεται ο ίδιος ο φόβος τους, αφού η μη δράση εγγυάται την αποτυχία.
  • Άγχος και στρες: Το υπερβολικό άγχος για το μέγεθος ή τη δυσκολία μιας εργασίας κάνει το άτομο να αισθάνεται συντετριμμένο και να την αποφεύγει εντελώς ​protothema.gr. Οι αναβλητικοί συχνά αναφέρουν ότι νιώθουν αγχωμένοι ή πιεσμένοι μόλις σκέφτονται τι πρέπει να κάνουν, οπότε καταφεύγουν σε δραστηριότητες που τους αποσπούν την προσοχή για να μειώσουν αυτό το άγχος (π.χ. σερφάρισμα στο διαδίκτυο, social media).
  • Χαμηλή αυτοεκτίμηση: Οι αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό (π.χ. “δεν είμαι ικανός για αυτό”) υποσκάπτουν το κίνητρο. Άτομα με χαμηλή αυτοπεποίθηση φοβούνται την αποτυχία και συχνά αναβάλλουν, καθώς κάθε προσπάθεια βιώνεται ως απειλή επιβεβαίωσης της ανεπάρκειάς τους​ kontoleon.com.gr. Η αναβλητικότητα μπορεί εδώ να λειτουργεί ως μηχανισμός αυτοπροστασίας: αν δεν επιχειρήσω σοβαρά, μπορώ να αποδώσω την αποτυχία στην έλλειψη χρόνου παρά στην ανικανότητά μου.
  • Δυσκολία στη ρύθμιση της διάθεσης: Πέρα από συγκεκριμένους φόβους, υπάρχει και μια γενικότερη τάση αναβολής ως στρατηγική αντιμετώπισης αρνητικής διάθεσης. Οι άνθρωποι αναβάλλουν για να νιώσουν καλύτερα στιγμιαία – να διώξουν τη βαρεμάρα, την απογοήτευση ή τη λύπη της στιγμής. Πράγματι, οι ψυχολόγοι Sirois και Pychyl υπογραμμίζουν ότι η αναβλητικότητα είναι κατά μεγάλο βαθμό πρόβλημα ρύθμισης συναισθήματος: το άτομο εστιάζει στο πώς θα νιώσει καλά τώρα, αντί να διαχειριστεί αποτελεσματικά την ενόχλησή του ώστε να προχωρήσει στο έργο​ psychologicalscience.orgpsychologicalscience.org. Αυτή η βραχυπρόθεσμη ανακούφιση δυστυχώς εμποδίζει την εκμάθηση πιο υγιών τρόπων αντιμετώπισης του άγχους, διαιωνίζοντας τον φαύλο κύκλο​ psychologicalscience.org.

Συνολικά, τα συναισθήματα παίζουν καθοριστικό ρόλο. Η αναβλητικότητα συχνά λειτουργεί ως στρατηγική αποφυγής δυσφορίας: αντί να αντιμετωπίσουμε το άγχος ή τον φόβο που μας προκαλεί μια δραστηριότητα, επιλέγουμε την προσωρινή ευχαρίστηση ή ανακούφιση μιας αναβλημένης υποχρέωσης. Δυστυχώς, μακροπρόθεσμα αυτό οδηγεί σε περισσότερο άγχος, ενοχή και πίεση, δημιουργώντας έναν αυτοκαταστροφικό κύκλο.

Γνωστικές αιτίες και μηχανισμοί

Εκτός από τα συναισθήματα, σημαντικό ρόλο παίζουν και διάφοροι γνωστικοί παράγοντες – δηλαδή ο τρόπος που σκεφτόμαστε και οργανώνουμε τις εργασίες μας. Η αναβλητικότητα δεν προκύπτει επειδή κάποιος δεν έχει αρκετά πράγματα να κάνει, αλλά συχνά από τον τρόπο που αντιλαμβάνεται και σχεδιάζει αυτά που έχει να κάνει. Μερικές βασικές γνωστικές αιτίες είναι οι εξής:

  • Υπεραισιοδοξία για τον χρόνο: Πολλοί αναβλητικοί έχουν ένα ψευδές αίσθημα χρόνου. Υπερεκτιμούν το πόσος χρόνος απομένει μέχρι την προθεσμία και υποτιμούν τον χρόνο που απαιτείται για την ολοκλήρωση της εργασίας ​insightspsychology.orginsightspsychology.org. Νιώθουν μια απατηλή σιγουριά ότι “υπάρχει μπόλικος χρόνος, θα το κάνω αργότερα”. Όταν όμως αντιληφθούν ότι ο χρόνος λιγοστεύει, βρίσκονται ξαφνικά υπό πίεση και σπεύδουν να τελειώσουν τελευταία στιγμή, με αποτέλεσμα αγχωτική βιασύνη, χαμηλότερη ποιότητα δουλειάς και περιττό στρες ​insightspsychology.org.
  • Αναβλητικότητα στην απόφαση – παθητική στάση: Ορισμένοι δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις ή να καταστρώσουν ένα σχέδιο δράσης, με αποτέλεσμα να παραλύουν από την αναποφασιστικότητα. Αυτός ο τύπος “παθητικού” αναβλητικού νιώθει μπλοκαρισμένος, είτε επειδή δεν ξέρει από πού να αρχίσει είτε επειδή αισθάνεται υπερφορτωμένος από το μέγεθος της δουλειάς​ insightspsychology.org. Έτσι χάνει χρόνο σε δισταγμούς, περιμένοντας μάταια την ιδανική συνθήκη για να ξεκινήσει.
  • «Περιμένω την κατάλληλη στιγμή»: Ένας σχετικός γνωστικός μηχανισμός είναι η πεποίθηση ότι χρειάζεται η σωστή διάθεση ή έμπνευση για να αρχίσουμε μια εργασία. Πολλοί λέμε «θα το κάνω όταν νιώσω πιο συγκεντρωμένος/έτοιμος». Δυστυχώς, αυτή η προσμονή της τέλειας στιγμής είναι συνήθως παραπλανητική – η έμπνευση μπορεί να μην έρθει ποτέ αν δεν κάνουμε την αρχή. Έρευνες επισημαίνουν ότι το να περιμένουμε να μας έρθει όρεξη είναι αντιπαραγωγικό, ειδικά για δυσάρεστα καθήκοντα ​insightspsychology.org. Συχνά η κινητοποίηση ακολουθεί τη δράση, όχι το αντίστροφο.
  • Γνωστικές διαστρεβλώσεις: Οι αναβλητικοί συχνά σκέφτονται με τρόπους που διευκολύνουν την καθυστέρηση. Για παράδειγμα, μπορεί να πιστεύουν ότι θα είναι πιο αποδοτικοί υπό πίεση (μια σύνηθης δικαιολογία) ή ότι λίγη καθυστέρηση δεν θα βλάψει. Άλλες διαστρεβλώσεις περιλαμβάνουν την υποεκτίμηση της δυσκολίας του έργου, ή τη σκέψη ότι πρέπει όλα να είναι τέλεια οργανωμένα πριν ξεκινήσουν ​insightspsychology.org. Τέτοιες σκέψεις δικαιολογούν την αναβολή και αποτρέπουν τη δράση στο παρόν.
  • Μεροληψία του παρόντος: Από τη σκοπιά της συμπεριφορικής οικονομίας και της γνωστικής ψυχολογίας, έχει διαπιστωθεί ότι οι άνθρωποι τείνουν να δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στις άμεσες ανταμοιβές σε σχέση με τα μακροπρόθεσμα οφέλη. Αυτή η τάση, γνωστή ως προκατάληψη του παρόντος (present bias), συμβάλλει στην αναβλητικότητα: η άμεση ευχαρίστηση (π.χ. να δούμε μια σειρά στην τηλεόραση) φαίνεται πιο θελκτική από το μακρινό όφελος μιας ολοκληρωμένης εργασίας​insightspsychology.org. Ο εγκέφαλός μας, μέσω της ντοπαμίνης, μας ωθεί να επιλέξουμε τη στιγμιαία ανταμοιβή της χαλάρωσης ή διασκέδασης, αντί για την προσπάθεια χωρίς άμεσο αντίκρισμα​smartcns.gr. Έτσι, η ίδια η νευροβιολογία μας μπορεί να μας σπρώχνει να χρονοτριβούμε, ειδικά όταν δεν έχουμε ισχυρά κίνητρα.
  • Αδύναμες εκτελεστικές λειτουργίες: Στο επίπεδο του εγκεφάλου, η αναβλητικότητα έχει συσχετιστεί με λιγότερο αποτελεσματική λειτουργία του προμετωπιαίου φλοιού – της περιοχής που είναι υπεύθυνη για προγραμματισμό, οργάνωση, αυτοέλεγχο και γενικά τις εκτελεστικές λειτουργίες. Έρευνες δείχνουν ότι οι χρόνιοι αναβλητικοί παρουσιάζουν ελλείμματα σε πολλαπλές πλευρές της εκτελεστικής λειτουργίας, όπως στη διαχείριση χρόνου, τη μνήμη εργασίας, τον έλεγχο προσοχής και τη ρύθμιση συναισθήματος​ psychologicalscience.org. Με απλά λόγια, δυσκολεύονται περισσότερο να οργανωθούν, να μείνουν συγκεντρωμένοι και να αντισταθούν στους περισπασμούς. Αυτές οι γνωστικές αδυναμίες τούς καθιστούν ευάλωτους στο να υποκύπτουν στην αναβολή.

Συμπερασματικά, η αναβλητικότητα τροφοδοτείται από ένα μείγμα συναισθηματικών και γνωστικών παραγόντων. Ο αρνητικός συναισθηματικός φόρτος μας ωθεί να αποφύγουμε το έργο, ενώ οι γνωστικές δικαιολογίες και αδυναμίες μάς παγιδεύουν σε αδράνεια. Η κατανόηση αυτών των μηχανισμών είναι το πρώτο βήμα για να σπάσουμε τον κύκλο.

Αναβλητικότητα ή τεμπελιά;

Ένα συχνό ερώτημα είναι αν ο αναβλητικός άνθρωπος είναι απλώς τεμπέλης ή αδιάφορος. Είναι σημαντικό να ξεχωρίσουμε αυτές τις έννοιες. Η τεμπελιά συνήθως υποδηλώνει έλλειψη θέλησης για δράση γενικά – έναν απαθή χαρακτήρα που δεν τον νοιάζει να εκπληρώσει στόχους. Η αναβλητικότητα, αντίθετα, αφορά άτομα που θέλουν ή χρειάζονται να πετύχουν κάτι, αλλά δυσκολεύονται να ξεκινήσουν ή να το τελειώσουν έγκαιρα. Δεν είναι ότι δεν τους νοιάζει· αντιθέτως, συχνά τους νοιάζει τόσο που αγχώνονται ή αποθαρρύνονται και έτσι καταφεύγουν στην αναβολή.

Οι ειδικοί τονίζουν ότι η αναβλητικότητα δεν ισοδυναμεί με έλλειψη προσπάθειας ή απλής πειθαρχίας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ψυχολόγος Joseph Ferrari, «δεν έχει να κάνει με τη διαχείριση του χρόνου. Να πεις σε έναν χρόνιο αναβλητικό απλώς “κάν’ το” είναι σαν να λες σε έναν κλινικά καταθλιπτικό “έλα, φτιάξε τη διάθεσή σου”»​

psychologicalscience.org

. Με άλλα λόγια, αν η λύση ήταν τόσο απλή, κανείς δεν θα ήταν αναβλητικός. Η αναβλητικότητα είναι σύμπτωμα βαθύτερων δυσκολιών, όχι ένδειξη χαρακτήρα χωρίς κίνητρο.

Υπάρχουν μάλιστα δεδομένα που υπογραμμίζουν τη διαφορά: Σε ένα πείραμα, διαπιστώθηκε ότι οι χρόνιοι αναβλητικοί δαπανούσαν ελάχιστο χρόνο σε μια εργασία όταν την θεωρούσαν σημαντική υποχρέωση, όμως ήταν πρόθυμοι να αφιερώσουν πολύ περισσότερο χρόνο στην ίδια εργασία όταν αυτή παρουσιαζόταν ως διασκεδαστική δραστηριότητα​

protothema.gr

. Αυτό δείχνει ότι το ζήτημα δεν είναι η οκνηρία ή η κούραση – οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να δουλέψουν σκληρά και να συγκεντρωθούν, αρκεί να μην βιώνουν το έντονο άγχος ή την πίεση που συνδέουν με την υποχρέωση. Η διαφορά λοιπόν βρίσκεται στο πώς το άτομο αισθάνεται και σκέφτεται για το εκάστοτε έργο, όχι στην εργασιακή του ηθική.

Επιπλέον, οι αναβλητικοί συχνά υποφέρουν από τις συνέπειες της καθυστέρησής τους – βιώνουν τύψεις, αυξημένο στρες, φόβο ότι απογοητεύουν τους άλλους ή τον εαυτό τους. Ένας πραγματικά τεμπέλης ίσως να μην ένιωθε τέτοια συναισθήματα. Η παρουσία έντονων τύψεων και άγχους στους αναβλητικούς ενισχύει την άποψη ότι η συμπεριφορά τους δεν είναι θέμα αδιαφορίας, αλλά ένα είδος αντιφατικής αντιμετώπισης μιας κατάστασης που τους ενδιαφέρει αλλά τους πιέζει.

Συμπέρασμα: Η αναβλητικότητα δεν είναι απλά μια “κακή συνήθεια” ή θέμα τεμπελιάς. Πρόκειται για ένα ψυχολογικό φαινόμενο όπου συγκρούονται η επιθυμία για επίτευξη με τον φόβο ή την δυσφορία που προκαλεί η ίδια η προσπάθεια. Αναγνωρίζοντας αυτή τη διάκριση, μπορούμε να απενοχοποιήσουμε το άτομο και να εστιάσουμε στην αντιμετώπιση των πραγματικών αιτιών.

Πρακτικές στρατηγικές αντιμετώπισης

Το ενθαρρυντικό είναι ότι η αναβλητικότητα μπορεί να αντιμετωπιστεί με κατάλληλες στρατηγικές. Παρακάτω παρουσιάζονται μερικές πρακτικές προσεγγίσεις, βασισμένες σε ψυχολογικές έρευνες και τεχνικές, που μπορούν να βοηθήσουν να σπάσουμε τον κύκλο της αναβολής:

  1. Αναγνωρίστε τα αίτια και τα συναισθήματά σας: Προσπαθήστε να συνειδητοποιήσετε πότε και γιατί μπαίνετε στη διαδικασία να αναβάλετε. Τι σκέψη ή συναίσθημα προηγείται; Μόλις νιώσετε την παρόρμηση να καθυστερήσετε μια εργασία, κάντε μια παύση και εντοπίστε τι σας αγχώνει ή σας φοβίζει. Η επίγνωση αυτή από μόνη της μπορεί να μειώσει τη δύναμη της αναβλητικότητας. Δεσμευτείτε να ξεκινήσετε έστω για 5 λεπτά την εργασία που αποφεύγετε – συχνά το πιο δύσκολο βήμα είναι το πρώτο, και μόλις ξεκινήσετε έστω και λίγο, το άγχος μειώνεται και γίνεται ευκολότερη η συνέχεια ​insightspsychology.org.
  2. Θέστε συγκεκριμένα σχέδια και προθεσμίες: Η αόριστη πρόθεση “πρέπει να το κάνω σύντομα” τροφοδοτεί την αναβλητικότητα. Αντιθέτως, φτιάξτε ένα συγκεκριμένο πλάνο δράσης. Καταγράψτε σε μια λίστα (to-do list) όλα όσα πρέπει να κάνετε και ορίστε ρεαλιστικές προθεσμίες για το κάθε τι​ insightspsychology.org. Προσπαθήστε να δώσετε στις εργασίες σαφήνεια και δομή: πότε και πού θα κάνετε τι. Αυτό μειώνει την αβεβαιότητα και σας δίνει έναν χάρτη πορείας. Η δέσμευση σε συγκεκριμένες μικρές προθεσμίες (π.χ. “μέχρι το μεσημέρι θα έχω γράψει την εισαγωγή”) αντί για μια μακρινή μεγάλη προθεσμία, διασπά το έργο και κρατά το κίνητρο πιο ζωντανό.
  3. Σπάστε τις μεγάλες δουλειές σε μικρά βήματα: Μια ογκώδης ή περίπλοκη εργασία μπορεί να φαίνεται τρομακτική, τροφοδοτώντας το άγχος που φέρνει αναβλητικότητα. Χωρίστε λοιπόν το έργο σε μικρότερα, διαχειρίσιμα κομμάτιαinsightspsychology.org. Εστιάστε σε ένα βήμα τη φορά. Κάθε φορά που ολοκληρώνετε ένα μικρό μέρος, θα νιώθετε ένα συναίσθημα επίτευξης που θα σας δίνει ώθηση για το επόμενο. Έτσι, η συνολική δουλειά δεν θα μοιάζει πια βουνό αλλά σειρά από μικρά καθήκοντα.
  4. Δημιουργήστε περιβάλλον χωρίς περισπασμούς: Οι περισπασμοί (τηλέφωνο, social media, τηλεόραση) είναι ο σύμμαχος της αναβλητικότητας. Φροντίστε να οργανώσετε τον χώρο εργασίας σας ώστε να ελαχιστοποιούνται οι εύκολες αποδράσεις. Για παράδειγμα, κλείστε τις ειδοποιήσεις στο κινητό ή χρησιμοποιήστε εφαρμογές που μπλοκάρουν ιστοσελίδες-πειρασμούς κατά τη διάρκεια της εργασίας. Ένα τακτοποιημένο, ήσυχο περιβάλλον θα σας βοηθήσει να παραμείνετε εστιασμένοι στο καθήκον.
  5. Επιβραβεύστε την πρόοδο, όχι μόνο το αποτέλεσμα: Ενισχύστε τον εαυτό σας με μικρές ανταμοιβές κάθε φορά που ολοκληρώνετε κάτι, ακόμη κι αν είναι μικρό. Αυτό μπορεί να είναι ένα διάλειμμα με κάτι που απολαμβάνετε, ένα σνακ, λίγος χρόνος στο αγαπημένο σας χόμπι ή απλά η αναγνώριση ότι πετύχατε έναν στόχο. Οι μικρές επιβραβεύσεις δίνουν στο μυαλό σας το μήνυμα ότι η προσπάθεια αξίζει τον κόπο και δημιουργούν θετική ενίσχυση για να συνεχίσετε ​insightspsychology.org. Με τον καιρό, θα συνδέσετε την ολοκλήρωση των εργασιών με θετικά συναισθήματα.
  6. Καλλιεργήστε καλύτερη διαχείριση συναισθήματος: Επειδή, όπως είδαμε, η αναβλητικότητα έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την αποφυγή αρνητικών συναισθημάτων, είναι σημαντικό να αναπτύξετε τεχνικές ρύθμισης του άγχους και των συναισθημάτων. Δοκιμάστε πρακτικές χαλάρωσης (π.χ. ασκήσεις βαθιάς αναπνοής, διαλογισμό, mindfulness) που μπορούν να μειώσουν το άγχος πριν ή κατά τη διάρκεια μιας δύσκολης εργασίας. Επίσης, προσπαθήστε να επαναπλαισιώσετε γνωστικά την κατάσταση: αντί να σκέφτεστε “πρέπει να το κάνω τέλεια αλλιώς απέτυχα”, δοκιμάστε σκέψεις όπως “αν κάνω ένα βήμα, θα είμαι καλύτερα από πριν” ή “είναι ΟΚ να μην είναι τέλειο, αρκεί να γίνει”. Η αλλαγή νοοτροπίας μπορεί να μειώσει το συναισθηματικό βάρος που συνδέετε με την εργασία.
  7. Ασκείστε αυτοσυγχώρεση και αυτοσυμπόνια: Οι αναβλητικοί συχνά παγιδεύονται σε έναν κύκλο ενοχής για τις καθυστερήσεις τους, που μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερη αναβλητικότητα λόγω χαμηλότερης αυτοεκτίμησης. Έρευνες υποδεικνύουν ότι η αυτοσυγχώρεση για προηγούμενες αναβολές βοηθά να σπάσει αυτός ο κύκλος: μειώνει τα αρνητικά συναισθήματα προς τον εαυτό και έτσι μειώνει την πιθανότητα να αναβάλουμε ξανά το ίδιο πράγμα στο μέλλον ​cognitiontoday.com. Με απλά λόγια, συγχωρήστε τον εαυτό σας που καθυστερήσατε αντί να τον τιμωρείτε με συνεχή ενοχή. Αυτό δεν σημαίνει να βρίσκετε δικαιολογίες, αλλά να δείξετε αυτοσυμπόνια: αναγνωρίστε ότι είστε άνθρωπος και ότι η αναβλητικότητα είναι ένα κοινό πρόβλημα. Η αυτοσυμπόνια μπορεί να αναπληρώσει τους “ψυχικούς πόρους” σας, δίνοντάς σας δύναμη να επανέλθετε στην προσπάθεια χωρίς το βάρος της ντροπής ​cognitiontoday.com.
  8. Ζητήστε βοήθεια όταν χρειάζεται: Αν η αναβλητικότητά σας φαίνεται ανεξέλεγκτη ή συνδέεται με σοβαρό άγχος, κατάθλιψη ή άλλη ψυχολογική δυσκολία, σκεφτείτε να απευθυνθείτε σε έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας. Η θεραπεία μπορεί να σας βοηθήσει να αντιμετωπίσετε τις υποκείμενες αιτίες (π.χ. διαταραχή άγχους, ΔΕΠΥ) και να σας εφοδιάσει με επιπλέον εργαλεία. Δεν είναι ένδειξη αποτυχίας να ζητάτε βοήθεια – αντίθετα, δείχνει ότι είστε αποφασισμένοι να αλλάξετε προς το καλύτερο.

Η αντιμετώπιση της αναβλητικότητας είναι μια διαδικασία σταδιακή. Καμία στρατηγική δεν την εξαφανίζει σε μία νύχτα, όμως με μικρά βήματα μπορείτε να σημειώσετε σημαντική πρόοδο. Το κλειδί είναι να ξεκινήσετε – όσο μικρό κι αν είναι το πρώτο βήμα. Αξίζει να θυμάστε ότι κάθε φορά που νικάτε την παρόρμηση της αναβολής και ολοκληρώνετε κάτι, ενισχύετε την αυτοπεποίθηση και τις δεξιότητές σας για την επόμενη πρόκληση.

Η αναβλητικότητα μπορεί να μοιάζει ανίκητη όταν είμαστε παγιδευμένοι σε αυτήν, όμως κατανοώντας τις συναισθηματικές και γνωστικές της ρίζες, μπορούμε να την απομυθοποιήσουμε. Δεν είστε τεμπέλης ή καταδικασμένος να υποφέρετε από χρόνιο άγχος – είστε άνθρωπος που μαθαίνει πώς να διαχειρίζεται καλύτερα τα συναισθήματά του και να οργανώνει τη σκέψη του. Με πρακτική, επιμονή και κατανόηση προς τον εαυτό σας, μπορείτε σταδιακά να σπάσετε τον κύκλο της αναβολής και να υιοθετήσετε πιο παραγωγικές συνήθειες, βελτιώνοντας τόσο την απόδοσή σας όσο και την ψυχική σας ευημερία.

Leave a Comment